Τρίτη 24 Ιανουαρίου 2012

Ενδυματολογία στρατιωτικών Αγίων

Αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι στην πρωτοβυζαντινή περίοδο ο στρατός ήταν μισθοφορικός και οι αρχηγοί του προέρχονταν από την υψηλή πολιτική αριστοκρατία. Έτσι, η υπεροχή του πολιτικού στοιχείου έναντι του στρατιωτικού εθεωρείτο φυσιολογικό γεγονός και αυτό εκφράζεται στην τέχνη με την αυλική περιβολή των στρατιωτικών Αγίων.

Έως και τον 9ο αιώνα όπου εικονίζονται Άγιοι με στρατιωτικές ιδιότητες, η περιβολή τους είναι εκείνη του αυλικού αξιωματούχου, δηλαδή ντυμένοι με χλαμύδα (sagum) από πολύτιμο ύφασμα με πορφυρά ή χρυσοκέντητα ταβλία (tabulae), που στερέωναν στον δεξιό ώμο με πόρπη.

Σύμφωνα με την παράδοση της βυζαντινής αγιογραφίας ο Άγιος Γεώργιος π.χ. παριστάνεται με στρατιωτική στολή, δηλαδή με μεταλλικό θώρακα, κοντό χιτώνα, περικνημίδες και χλαμύδα.

Σε εικόνες της μεσοβυζαντινής περιόδου, ο ίδιος Άγιος εικονίζεται συνήθως με στρατιωτική στολή, κρατώντας στο δεξί χέρι του δόρυ και στο αριστερό του ασπίδα.

Από τον 7ο έως τον 9ο αιώνα η δημιουργία του θεματικού θεσμού οδηγεί στην άνοδο των στρατιωτικών αξιωματούχων, που μαζί με τον κλήρο θα σχηματίσουν την άρχουσα τάξη της αυτοκρατορίας μεταξύ 9ου και 11ου αιώνα, και αυτό το γεγονός θα επιδράσει καταλυτικά στην εικονογραφία των στρατιωτική ιδιότητα.

Από τον 9ο αιώνα και έπειτα, δηλαδή μετά την εικονομαχία, οι στρατιωτικοί Άγιοι διαχωρίζονται από τους άλλους και ομαδοποιούνται με βάση δύο κύρια χαρακτηριστικά: τη στρατιωτική περιβολή- πανομοιότυπη με αυτή των Ρωμαίων- και τον οπλισμό.

"Οι Διόσκουροι παρέχουν ένα αρχαίο προηγούμενο παρέμβασης στη μάχη. Πολέμησαν με τους Ρωμαίους στη μάχη της λίμνης Regillus και ανήγγειλαν τη νίκη ξεδιψώντας τα άλογα τους στο σιντριβάνι του Δία στη Ρώμη. Οι Απόστολοι Ιωάννης και Φίλιππος αναμείχθηκαν στη μάχη με το μέρος του Αυτοκράτορα Θεοδοσίου ως έφιπποι σε λευκά άλογα. Ο Άγιος Ανδρέας επίσης παρενέβη προς όφελος της πόλης της Πάτρας, της οποίας εξάλλου ήταν ο πολιούχος, καθώς και ο Άγιος Δημήτριος και Θεόδωρος. Ωστόσο ο Άγιος Γεώργιος παρενέβαινε πιο συχνά, όχι όμως απαραίτητα μόνος και ούτε μόνο υπέρ των Βυζαντινών. Η παρέμβασή του να σώσει τη ζωή του [στρατηγού] Δομνητσίολου, ανιψιού του αυτοκράτορα Φωκά (602-610), αναφέρθηκε παραπάνω [το βυζαντινό στράτευμα είχε πέσει σε ενέδρα των Περσών]. Είχε επίσης παρέμβει υπέρ του Νικηφόρου Φωκά το 961, πριν γίνει αυτοκράτορας, στην πολιορκία του Χάνδακα, μαζί με τους Αγίους Δημήτριο, τους δύο Θεοδώρους και τον Αρχάγγελο Μιχαήλ. Παρενέβη πάλι υπέρ του Ανδρόνικου Β΄ στον οποίο είχε υποσχεθεί την νίκη όταν ο αυτοκράτορας προσευχόταν γονατιστός μπροστά σε μία εικόνα του έφιππου Αγίου έξω από το παρεκκλήσι της Θεοτόκου της Νικοποιού (.)."


Από τους πρώτους που αναφέρονται στην ομάδα των στρατικοποιημένων Αγίων είναι ο Σεβαστιανός, ο Θεόδωρος ο Τήρων, ο Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και ο Γεώργιος και ακολουθούν ο Μερκούριος, ο Προκόπιος, ο Ευστάθιος, ο Δημήτριος και ο Νέστορας.


Η καταγωγή των περισσότερων στρατιωτών Μαρτύρων είναι από τη Μικρά Ασία, όπου και μαρτύρησαν, με εξαίρεση τον Σεβαστιανό που κατάγεται από το Μιλάνο, τον Δημήτριο και τον Νέστορα που προέρχονται από τη Βαλκανική Χερσόνησο, τον Μηνά από την Αίγυπτο κ.α.


Με την πάροδο των χρόνων, ο αριθμός των Αγίων που υπάγονται στην ομάδα των στρατιωτικών, αυξάνει συνεχώς και περιλαμβάνει τον Ιάκωβο τον Πέρση, τον Ευστράτιο, τον Αρέθα, τον Μηνά, τον Σάββα τον Στρατηλάτη, τον Νικήτα και άλλους πολλούς. Εξάλλου εκτός από τον ατομικό άθλο υπάρχει και ο ομαδικός με τους Σαράντα μάρτυρες της Σεβάστειας, τους Σαράντα Δύο από το Αμόριο και χιλιάδες άλλους που μαρτύρησαν ομαδικά.


Όπως αναφέρεται, από τα πρωιμότερα παραδείγματα εμφάνισης αγίων με στρατιωτική ενδυμασία και οπλισμό αποτελούν οι σπηλαιώδεις εκκλησίες της Καππαδοκίας. Ένα από αυτά είναι η εκκλησία του Αγίου Ιωάννη του Προδρόμου στο Τσαβουσίν, διακοσμημένη την περίοδο του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά (963-969), όπου και εικονίζονται δεκατέσσερις από τους Σαράντα Μάρτυρες της Σεβάστειας, με πλήρη στρατιωτική περιβολή και οπλισμό, σε στάση επίθεσης, που δίνεται κατά τρόπο εκφραστικό με το υψωμένο σπαθί στο γυμνό τους χέρι.Επίσης, από τον 11ο αιώνα και μετά, τα μέλη των στρατιωτικών οικογενειών, όπως οι Κομνηνοί αριστοκράτες, χρησιμοποιούν κυρίως στρατιωτικούς Αγίους στις προσωπικές τους σφραγίδες, ενώ οι αυτοκράτορες Αλέξιος, Ιωάννης και Μανουήλ Κομνηνός θα κόψουν νομίσματα με τις μορφές των στρατιωτικών Αγίων Δημητρίου, Γεωργίου και Θεοδώρου.


Στη διάρκεια του 12ου αιώνα, οι στρατιωτικοί Άγιοι κατακτούν την πρώτη θέση μεταξύ των άλλων ομαδοποιημένων Αγίων και τοποθετούνται πάνω από τους εκκλησιαστικούς Αγίους, όπως στην περίπτωση εικονογράφησης της Κοσμοσώτειρας της Θράκης και του Καθεδρικού ναού της Τσεφαλού στη Σικελία.


Η διάταξη της παρουσίασης των Αγίων στις εκκλησίες ρυθμίζεται σύμφωνα με την ιεραρχική κλίμακα, που συχνά μνημονεύεται στην αναφορά της λειτουργίας, από πάνω προς τα κάτω, αρχίζοντας δηλαδή από τους προφήτες, τους προπάτορες, τους ευαγγελιστές και τους αποστόλους και τελειώνοντας με τους Αγίους και τους Μάρτυρες.


Η ιδιότητα της κάθε κατηγορίας Αγίων δηλώνεται κατ' αρχήν με την περιβολή καθώς και με άλλα σωματικά γνωρίσματα. Όσον αφορά τους στρατιωτικούς Αγίους, αυτοί εικονίζονται στους πλάγιους τοίχους και φορούν βαριές, επίσημες πανοπλίες και τις εξαρτήσεις τους, πολύχρωμες κάπες, χλαμύδες, όλες της βυζαντινής παράδοσης, παρ' ότι στη βασική τους διάρθρωση ομοιάζουν με τις ρωμαϊκές πανοπλίες της εποχής του Αυγούστου.


Συνήθως είναι όλοι τους ασκεπείς, εκτός από τους «εξωτικούς» Αγίους, τον Ιάκωβο τον Πέρση και τον Μερκούριο, οι οποίοι είναι ντυμένοι διαφορετικά - «εξωτικά»- και οι μόνοι άλλωστε που φορούν παράξενη περικεφαλαία. Με την κεφαλή διακοσμημένη με διαδήματα εικονίζονται οι Άγιοι Σέργιος, Βάκχος, Αναστάσιος ο Πέρσης, καθώς και με αρχοντικούς σκούφους- σύμβολο της εξουσίας των Πριγκίπων- οι Μπορίς και Γκλέμπ, οι πρώτοι Άγιοι των Σλάβων.


Οι στρατιωτικοί Άγιοι ιστορούνται, γενικά, με την αρρενωπή ομορφιά, σε αντίθεση με τους ασκητές, τα πρόσωπα των οποίων στην πλειονότητά τους εικονογραφούνται οστεώδη και με βλέμμα διαπεραστικό. Πρόκειται για μορφές ρωμαλέες, πλασμένες με τη βυζαντινή τεχνική, οι οποίοι εικονίζονται αληθινά ωραίοι, λεβέντες, σαν παλικάρια και πρωταθλητές της πίστεως.


Είναι αλήθεια ότι οι περισσότεροι άγγελοι και Άγιοι της νεανικής ηλικίας, αλλά και προφήτες και πολεμιστές αποδίδονται με την ίδια τάση προς ένα ιδανικό τύπο «καλού καγαθού» νέου, ο οποίος, σε τελευταία ανάλυση ανάγεται σε ελληνιστικά πρότυπα.


Πράγματι η παραβολή από τη μια της εικόνας του Αγίου Δημητρίου, φονεύοντας το 1207 τον ηγεμόνα των Βουλγάρων , και από την άλλη του επιταφίου ανάγλυφου του Δεξιλέω, του Αθηναίου ιππέα (394/393 π.χ.), που ακοντίζει νεαρό Κορίνθιο πεσμένο στην ασπίδα του, κάτω από τα ανυψωμένα πόδια του αλόγου, είναι μία αδιαφιλονίκητη απόδειξη.


Αλλά και το φαινόμενο της δρακοντοκτονίας, όπως αυτό εμφανίζεται στις περιπτώσεις των Αγίων Γεωργίου, Θεοδώρου και Φανουρίου, όπου οι Άγιοι αυτοί εξουδετερώνουν τον δράκοντα, έχει τη βάση του σε παλαιότερο μυθικό υλικό. Έχει τις ρίζες του στις δοξασίες ότι νέος, ωραίος, με ευγενή καταγωγή, μορφωμένος και ανδρείος, ο «ήρωας», σκοτώνει τον αλλόφυλο.


Οι ζωόμορφοι δαίμονες, και κυρίως οι δράκοντες που παριστάνονται στις εικόνες, δεν είναι τίποτα άλλο παρά σύμβολα των δυνάμεων του κακού, της απάτης και του ψεύδους. Οι δράκοντες εμφανίζονται άλλοτε ως τεράστια φίδια και άλλοτε ως πολύ μεγάλες σαύρες, γεμάτες λέπια, με χοντρά πόδια, μεγάλα και γαμψά νύχια, συχνά φτερωτές, με άγριο και διαπεραστικό βλέμμα και με φωτιές που βγαίνουν από το στόμα και τα ρουθούνια τους. Στρατιωτικοί, κυρίως, Άγιοι, αλλά και κληρικοί και παρθενομάρτυρες εικονίζονται να σκοτώνουν δράκοντες, κατά τρόπον ώστε ο Άγιος-ήρωας να γίνεται το σύμβολο του καλού κι ο δράκοντας του κακού.


«Ο αρχαίος Έλληνας είναι πάντα μέσα στη φαντασία του λαϊκού μάστορα, και τον ζωγραφίζει μ' έναν τρόπο φοβερό. Περικεφαλαίες με φανταστικά σχέδια, που' χουνε απάνω τους φτερά σα φλόγες, θώρακες γιομάτοι πλουμίδια, με μέδουσες στους ώμους και στον αφαλό, με φουστανέλες φαρδιές και πετούμενες, με χαντζάρια γυριστά, με τουζλούκια κεντημένα. Τα ανοιχτά ποδάρια τους είναι καλά στερεωμένα στη γη, περπατώντας μαζί και σταματημένα, ανοιχτές πατούσες ανθρώποι σαν αληθινοί, με μια απερίγραπτη ζωντάνια.»

(Φώτη Κόντογλου, Για να πάρουμε μια ιδέα περί ζωγραφικής, Αθήνα 2002, σ. 132)

http://www.army.gr/default.php?pname=ENDYMATOLOGIA_AGION&la=1

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου